της Δήμητρας Σικινιώτου Νάζου
πρώην επιμελήτρια του Λαογραφικού Μουσείου Μυκόνου
μέλος του ΠΛΣΓΜ, κατασκευάστρια πάνινης κούκλας
Από τη νεαρή μου ηλικία μου άρεσαν οι παραδοσιακές φορεσιές . Είχα φτιάξει με καθημερινά, φορεμένα ρούχα και δικές μου απλές κούκλες, στις οποίες με βοήθησαν αρκετά τα λίγα μαθήματα μοδιστρικής που είχα παρακολουθήσει.
Το φθινόπωρο του 1980 μας ζήτησαν στο νηπιαγωγείο που πρωτοπήγε ο γιος μου, να ντυθούν τα μικρά παιδιά με την παραδοσιακή φορεσιά του νησιού, στην επέτειο της 28ης Οκτωβρίου. Τότε για πρώτη φορά ήρθα σε άμεση επαφή με την παραδοσιακή φορεσιά του Μυκονιάτη βρακοφόρου, την οποία έραψα εξ ολοκλήρου μόνη μου.
Επίσης την κέντησα παρά τον λίγο ελεύθερο χρόνο που διέθετα εκείνη την εποχή. Κέντησα δηλαδή το γιλέκο και ήμουν πολύ χαρούμενη και ικανοποιημένη από το αποτέλεσμα. Με βοήθησε πολύ το πατρόν του Συλλόγου που μου έδωσε με προθυμία η Ευαγγελία Καμμή. Αυτή τη φορεσιά κάθε χρόνο τη φορούσε και από ένα αγοράκι της οικογένειας και πέρυσι κι εφέτος τη φόρεσε κι ο εγγονός μου στο Νηπιαγωγείο.
Αργότερα, το 1982, όταν άνοιξα το μαγαζάκι μου «το Κατώι» η πρώτη μου σκέψη ήταν να στολίσω την καλύτερη γωνιά του με κούκλες ντυμένες με παραδοσιακές φορεσιές. Ήλθα σε επαφή με την Δώρα Παρίση, καταξιωμένη κατασκευάστρια κεραμικής κούκλας με παραδοσιακές φορεσιές που είχε το εργαστήρι της στο Μόλυβο της Μυτιλήνης. Της έδωσα ότι πληροφορίες είχα συγκεντρώσει για τη μυκονιάτικη φορεσιά, για την Κυριακάτικη και την καθημερινή, με τη βοήθεια των αρχείων της βιβλιοθήκης Μυκόνου.
Άρχισα να ψάχνω και να βρίσκω πληροφορίες για τη παραδοσιακή φορεσιά που είχε υιοθετήσει ο Σύλλογος των Γυναικών κυρίως για τις κούκλες του μαγαζιού μου.
Το 1985 έφτιαξα μόνη μου πάνινες κούκλες με κυριακάτικα και καθημερινά ρούχα της Μυκόνου. Με είχε παροτρύνει πολύ και η Καλλιόπη Τριανταφύλλου. Μου έλεγε να το τολμήσω γιατί στον τόπο του ο καθένας, ξέρει περισσότερα από κάθε άλλον που είναι απ’ έξω.
Έτσι άρχισα να διαβάζω να ψάχνω και να ρωτώ, για τα ρούχα των παππούδων, αν κάτι είχε απομείνει, γιατί δεν υπήρχε πουθενά, σε κανένα σπίτι μια ολοκληρωμένη αυθεντική παλιά φορεσιά. Ο σπουδαιότερος λόγος της εξαφάνισης τους ήταν ότι έθαβαν τους ανθρώπους με τα καλύτερα τους ρούχα. Επίσης με ότι είχε απομείνει από παλιές φορεσιές έντυναν τα παιδιά τις Απόκριες με αποτέλεσμα να καταστραφούν σιγά σιγά. Διαπίστωσα μετά το ψάξιμο που έκανα ότι δεν υπήρχαν χειροπιαστά στοιχεία των παλαιότερων ρούχων. Έτσι άρχισα να μελετώ τις καινούργιες φορεσιές που είχαν ράψει οι γυναίκες.
Τις πρώτες φορεσιές ο Σύλλογος τις είχε ράψει με απλά υφαντά υφάσματα από δωρεές μελών και σε πολλά σημεία ήταν ραμμένες στο χέρι. Οι αρχικές φορεσιές, είχαν στο επάνω μέρος όλα τα κομμάτια μαζί ραμμένα. Δηλαδή το κορσάζ ήταν ένα με το γιλέκο , ενωμένα με το πολύ μακρύ φαρδύ μανίκι . Έτσι το είχαν καταλάβει και το είχαν αποδώσει οι ομάδα την γυναικών που είχε αναλάβει το ράψιμο κυρίως από την γκραβούρα του Wheler και του Dapper των αρχών του 18ου αιώνα. Υπ΄ ’όψιν ότι κατέληξαν σε αυτή την γκραβούρα με υπόδειξη του καθηγητή Παναγιώτη Κουσαθανά, γιατί ήταν ευκολότερη να ραφτεί από εκείνη που ανέφερε με πολλές λεπτομέρειες ο περιηγητής Τουρνεφορ
Το 1991 η Μαρσούλα Αποστολοπούλου, με απόφαση του διοικητικού Συμβουλίου ανέλαβε να φροντίσει να ραφτούν 5 γυναικείες και 5 αντρικές φορεσιές. Το κόστος τους ήταν τότε 700.000 δραχμές και το ποσόν το έκανε δωρεά προς το Σύλλογο Γυναικών, ο επιχειρηματίας Πρόδρομος Εμφιετζόγλου. Το ύφασμα των γυναικείων φορεσιών ήταν αλπακάς, ο οποίος σαν ύφασμα ήταν χοντρότερο από αυτό των πρώτων φορεσιών καθώς και τα κορσάζ βελουτέ, (χοντρό βελούδο). Ήταν πολύ ανθεκτικά γιατί ήταν υφάσματα των επιπλώσεων και πολύ καλής ποιότητας. Αυτά τα υφάσματα και οι τρέσες τους αγοράστηκαν στη Σύρο και τα έραψε ο Συνεταιρισμός Άνω Σύρου με υπεύθυνη την Άννα Δαρζέντα. Μελέτησαν την αρχική φορεσιά όπως την είχαν αποδώσει οι μοδίστρες της Μυκόνου και έκαναν λίγες παρεμβάσεις. Δηλαδή έκοψαν στη μέση το φόρεμα και το έκαναν ντε πιες, (2 κομμάτια).Το μεσοφόρι ήταν σε απόχρωση ή άλλο χρώμα να φαίνεται από κάτω όπως παραδείγματος χάριν χρυσαφί με βεραμάν. Κατήργησαν το αρχικό κρεμ η λευκό μεσοφούστανο ή μεσοφόρι, που φαινόταν κάτω από το μπούστο και το στρίφωμα του εξωτερικού φορέματος.
Στις 28 Σεπτεμβρίου 1992 η χορευτική ομάδα του Συλλόγου γυναικών χόρεψε με τις καινούργιες αυτές φορεσιές στα θυρανοίξια της Εκκλησίας του Αγίου Ιωάννη του Προδρόμου στο Αγράρι, του Πρόδρομου Εμφιετζόγλου.
.
Το 1990 με πληροφόρησε η Ευαγγελία Καμμή και με συμβούλεψε να παρακολουθήσω ένα σεμινάριο 5 ημερών, με θέμα τη φορεσιά, στο ICOM (παγκόσμιο συνέδριο συνάντησης μουσείων) με υπεύθυνη την Ιωάννα Παπαντωνίου, ενδυματολόγο και η ιδρύτρια του Λαογραφικού Μουσείου του Ναυπλίου. Από τις αναφορές πολλών ομιλητών και ομιλητριών που είχαν μελετήσει την ελληνική ενδυμασία έβγαλα το συμπέρασμα ότι το γιλέκο το είχαν όλες ξεχωριστό. Κυριότερος πρακτικός λόγος ήταν ότι οι γυναίκες θηλάζουν και το άνοιγμα εμπρός με τα κορδόνια επέτρεπε διευκόλυνε να αυξομειώνεται ο όγκος του στήθους τους.
Η παρατήρηση της Ιωάννας Παπαντωνίου για τη φορεσιά μας, ήταν ότι πήρε ο Σύλλογος για πρότυπο μια φορεσιά των αρχών του 18ου αιώνα, χωρίς να έχει κανένα δείγμα ραψίματος και υφάσματος. Άποψή της ήταν ότι δεν έπρεπε να πάει τόσο πίσω χρονολογικά. Η κοντινότερη φορεσιά ήταν αυτή που φορούσαν οι γιαγιάδες και παππούδες μας δηλαδή των αρχών του 20ου αιώνα. δηλαδή η φούστα και η πόλκα επάνω και η εσωτερική πουκαμίσα με τις νερβίρ με το όρθιο γιακαδάκι διακοσμημένο με δαντελάκι λεπτό που το φορούσαν σε πολλά μέρη της Ελλάδας.
Είχα ρωτήσει την Καλλιόπη Τριανταφύλλου η οποία είχε ασχοληθεί πολύ με το θέμα αυτό ,γιατί δεν ζήτησαν τις συμβουλές του Λυκείου Ελληνίδων, που είχα μάθει ότι είχαν στη Σύρο αυθεντική φορεσιά Μυκόνου με την οποία ντύνονταν εκεί στις εθνικές εορτές και υπάρχει ακόμη στην ιματιοθήκη τους. Μου είχε απαντήσει ότι η Μυκονιάτικη αυτή φορεσιά της Σύρου, με ένα μυτερό καπέλο τύπου Κολομπίνας, δεν υπήρχαν πληροφορίες ότι είχε φορεθεί ποτέ στη Μύκονο. Δεν υπήρχε περιγραφή τέτοιας φορεσιάς από κανέναν περιηγητή. Την ίδια γνώμη είχε και ο Βασίλης Κυριαζόπουλος, ο ιδρυτής του Λαογραφικού Μουσείου Μυκόνου και ερευνητής Λαογραφίας.
Με πρότυπο αυτή την φορεσιά Μυκόνου έχει ντύσει κούκλα η κουκλοποιός Ειρήνη Φράγκου.
Ο Dapper περιγράφει τη φορεσιά με χρώματα Κρεμ και κιτρινωπά και κόκκινο γιλέκο και κάλτσες. Δυστυχώς το 2002 που ζήτησα να ιδώ στο Εθνικό ιστορικό Μουσείο Αθηνών παλαιά μυκονιάτικη φορεσιά που υπάρχει σαν δωρεά σε γραπτή αναφορά με δωρεά του Ιωάννη Μελετόπουλου δεν υπάρχουν στοιχεία της φορεσιάς αυτής εκτός από ένα μοναδικό κομμάτι ανοιχτό ροζ. Πιθανόν να ήταν ροδί δυνατό όπως είναι η περιγραφή της δωρεάς και με τα χρόνια έκοψε το έντονο κόκκινο χρώμα.
Επίσης είχα ζητήσει να ιδώ και κούκλες παλιές Μυκόνου από τη συλλογή της Μαρίας Αργυριάδη υπεύθυνης του Μουσείου παιδικών παιχνιδιών του Μουσείου Μπενάκη. Μελετώντας τα ρούχα τους καθώς και μιας άλλης παλαιάς κούκλας που βρέθηκε τυχαία πεταμένη στη Μύκονο και ανήκει σε Μυκονιάτη ιδιώτη, βρήκα αρκετά στοιχεία που έψαχνα. Όλες είχαν το γιλέκο ξεχωριστό και ήσαν πολύ κοντά στις περιγραφές των περιηγητών. Με βάση αυτά τα στοιχεία και με πρότυπο μιας κούκλας του Μουσείου Μπενάκη έφτιαξα και εγώ λίγες παραδοσιακές κούκλες με χαρτοπολτό και μαρμαροπηλό.
Θεώρησα ότι ήταν αναγκαίο να απελευθερώσουμε το μπούστο (γιλέκο) από το φόρεμα. Θα ήταν πιο κοντά στην περιγραφή της φορεσιάς των περιηγητών της εποχής, που αποφάσισε ο Σύλλογος γυναικών να ράψει. Κατά δεύτερο λόγο ήταν πιο πρακτικό και στο καθάρισμα και στον δανεισμό τους προς στα κορίτσια που χόρευαν με αυτό. Εξάλλου θα το προσάρμοζαν ευκολότερα στο σώμα τους τα παιδιά, αφού θα ήταν πια το γιλέκο ξεχωριστά.
Τόλμησα να το αναφέρω το 1993 όταν είχα εκλεγεί μέλος του Διοικητικού Συμβουλίου. Είχα και την εμπειρία του δανεισμού των φορεσιών γιατί ήμουν υπεύθυνη μαζί με την Φρασκούλα Μαργάρα για την ιματιοθήκη του Συλλόγου. Συζητώντας όλα αυτά στο ΔΣ αποφασίσαμε ομόφωνα να δώσουμε στη Μαρία Σιώνη υπεύθυνη της Ιματιοθήκης των αυθεντικών φορεσιών της Δώρας Στράτου να μας βοηθήσει να βελτιώσουμε τη φορεσιά. Μετά από αρκετές δυσκολίες και καθυστερήσεις ενός χρόνου μας έραψαν μια, χωρίς να ξεφύγουν πολύ από την αρχική της απόδοσης του Συλλόγου. Η καινοτομία ήταν η απελευθέρωση του γιλέκου και η διαφορά «Μπιρλέ». Θεώρησαν ότι ο βελουδένιος «μπιρλές» ήταν η συνέχεια του κόκκινου βελουδένιο γιλέκου. Η τιμή της φορεσιάς αυτής ήταν 200.000 δραχμές, αρκετά ακριβό ποσόν για το ’93 -‘ 94.
Η Μαρία Σιώνη είχε αρκετές αντιρρήσεις για τον κεφαλόδεσμο. Ο Σύλλογος τον είχε απλοποιήσει πολύ και θα έπρεπε να δένεται πάνω σε ένα άλλο πιο χοντρό μαντίλι σαν υποστήριγμα ώστε να έχει όγκο, όπως συνήθιζαν στην εποχή των περιηγητών και αυτό φαίνεται αρκετά εμφανώς στις γκραβούρες τους.
Σε έκθεση που είχε παρουσιάσει το Ίδρυμα Μείζονος Ελληνισμού το 1999 με τίτλο «Ενδύματα στο Χρόνο 4000 Χρόνια Ελληνικής Φορεσιάς» με συνδιοργάνωση του Πελοποννησιακού Λαογραφικού Ιδρύματος (ΠΛΙ)στο τμήμα του Αιγαιοπελαγίτικου χώρου είχε πολλά στοιχεία από την περιγραφή των περιηγητών για τις φορεσιές μας .
Το 1999 όταν πήρε φωτιά ο ανεμόμυλος που τον είχε ανεγείρει ο Σύλλογος και τον χρησιμοποιούσε για ιματιοθήκη και για τη φύλαξη του αρχείου του, κάηκε και ένας μεγάλος αριθμός των αρχικών και αυτών φορεσιών και των αρχείων του. Η φωτιά αυτή του ανεμόμυλου οφειλόταν σε απροσεξία και ανευθυνότητα των υπευθύνων της διαφήμισης του ποτού «μπακάρντι», όταν έπεσε ένα βεγγαλικό πάνω του.
Στα χρόνια που ακολούθησαν ο Σύλλογος έραψε καινούργιες φορεσιές και συμπλήρωσε σιγά σιγά την ιματιοθήκη του. Παράλληλα έραβαν φορεσιές και ιδιώτες με τα πατρόν του Συλλόγου. Ο Δήμος Μυκόνου βοήθησε το Σύλλογο αρκετές φορές με συμπληρωματική χρηματική βοήθεια για την κατασκευή φορεσιών
Στα επόμενα χρόνια η Ντίνα Μητροπία σαν έμπειρη μοδίστρα, θεώρησε ότι είναι πιο πρακτικό για τα παιδιά επειδή τις φορούσαν και χόρευαν, να κόψει το μεσοφούστανο και το εξωτερικό φόρεμα στη μέση και να γίνει επάνω μέρος και άλλο κάτω μέρος (ντε πιες) με διπλή φούστα με απόσταση 10 πόντων στα τελειώματα τους (απόσταση των 2 στριφωμάτων). Με αυτό τον τρόπο δε θα κρέμεται το μεσοφόρι όταν τα παιδιά σηκώνουν τα χέρια στο χορό και για να στρώνει καλύτερα το σώμα τους με το ζωνάρι της φούστας.
Η Ντίνα Μητροπία ανέλαβε να ράβει κάθε χρόνο αρκετές φορεσιές. Τις περισσότερες τις έραβε δωρεάν. Έχουν ξεπεράσει τις 60 με τις αντρικές μαζί. Οι αντρικές παρέμειναν σχεδόν με το ίδιο πατρόν και υφάσματα όπως ράφτηκαν το 1979.
Φορεσιές του Συλλόγου έχει ράψει και η Βάσω Χαρχαντή και η Μίνα Λαπατά.
Ο Σύλλογος “Αλληλεγγύη” είχε ράψει με βάση το πατρόν του Συλλόγου Γυναικών δικές του φορεσιές, αντρικές και γυναικείες, τις οποίες αργότερα τις δώρισε στο Σύλλογο Γυναικών. Οι γυναικείες αυτές φορεσιές ήταν από σατέν γιαλιστερό ύφασμα είχαν χτυπητά χρώματα σε αντίθεση και με μεγάλη απόκλιση από αυτά τα υφάσματα και τα χρώματα που είχε χρησιμοποιήσει αρχικά ο Σύλλογος Γυναικών.
Επίσης η αείμνηστη Μαρία Κοντού με οδηγίες και συμβουλές της Καλλιόπης Τριανταφύλλου είχε ράψει για τον Σύλλογο γυναικών ΑΝΩΜΕΡΙΤΙΣΣΕΣ, φορεσιές στα παιδιά του δημοτικού της Άνω Μεράς για να τις φορούν όποτε χρειαστεί. Οι φορεσιές αυτές είχαν μικρές παραλλαγές από τις αρχικές του Συλλόγου Γυναικών.
Ο Γιάννης Μετζικώφ ζωγράφος, ενδυματολόγος και σκηνογράφος εξέφρασε την επιθυμία να επιμεληθεί αφιλοκερδώς την παραδοσιακή μας φορεσιά, όπως την περιγράφει με όλες της τις λεπτομέρειες ο περιηγητής Τουρνεφόρ και να την έχει ο Σύλλογος σαν μουσειακό κομμάτι.
Τα τελευταία χρόνια το Δ Σ έχει αποφασίσει να μην χρησιμοποιηθούν πολύ γυαλιστερά υφάσματα όπως πχ το σατέν και να έχουν κάποια ομοιομορφία στα χρώματα. Κυρίως να προτιμούνται ανοιχτόχρωμα υφάσματα και να είναι όσο πιο κοντά στις παλιές υφάνσεις και χρωματισμούς.
Οφείλω να πω ότι εκτιμώ ιδιαίτερα την προσπάθεια των γυναικών το 1979 που μελέτησαν, ξενύχτησαν και έραψαν τις 4 πρώτες φορεσιές, με πολλές τεχνικές και οικονομικές δυσκολίες και που καθιερώθηκαν σιγά σιγά μέχρι και σήμερα. Επίσης έραψαν και αντίγραφο της ενδυμασίας της Μαντώς Μαυρογένους. Οι μαθητές τις φορούν με χαρά και υπερηφάνεια στους χορούς, στις παρελάσεις και εκδηλώσεις και όπου αλλού τους ζητηθεί να παρουσιαστούν εντός και εκτός Μυκόνου. Επίσης δανείζεται σε ενήλικες όταν το κρίνει το Δ Σ και έχει δοθεί και εκτός Ελλάδος σε Συλλόγους, όταν γίνονται αξιόλογες εκδηλώσεις.
Leave A Comment